Στρατιωτικές προετοιμασίες και διπλωματικά παζάρια βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη στη Λιβύη. Επίκεντρο του παζαριού αυτήν την περίοδο είναι ο έλεγχος δύο κομβικών πετρελαιοπαραγωγών πόλεων, της Σύρτης και της Τζούφρα, οι οποίες βρίσκονται υπό τον έλεγχο των δυνάμεων του στρατηγού Χάφταρ, που έχει την ανοιχτή στήριξη της Αιγύπτου, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Ρωσίας, και απειλούνται από τις δυνάμεις της δοτής κυβέρνησης Σάρατζ, που έχει την πολύπλευρη στήριξη της Τουρκίας, δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και μισθοφόρων που μεταφέρθηκαν από τη Συρία.

Το βέβαιο είναι ότι και οι δύο πλευρές βρίσκονται σε ένα διαρκές παζάρι με όλες τις ιμπεριαλιστικές και περιφερειακές δυνάμεις. Χαρακτηριστικό στοιχείο ήταν η πρόσφατη απόφαση του κοινοβουλίου του Τομπρούκ της ανατολικής Λιβύης, που στηρίζουν οι δυνάμεις του Χάφταρ, να δώσει το «πράσινο φως» στον αιγυπτιακό στρατό να εισβάλει στη χώρα σε περίπτωση που προχωρήσει η τουρκική επίθεση στη Σύρτη. Στο Κάιρο, ο Αιγύπτιος Πρόεδρος Σίσι επιβεβαίωσε τη διαθεσιμότητα του στρατού του σε συνάντηση με τίτλο «Αίγυπτος και Λιβύη, ένας λαός, μία μοίρα», που είχε με ηγέτες διαφόρων λιβυκών φυλών που βρίσκονται στο πλευρό του Χάφταρ.

Μετά την ετοιμότητα που εξέφρασε ο Σίσι για άμεση στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη, στο όνομα της υπεράσπισης της εθνικής ασφάλειας της Αιγύπτου, που δηλώνει ανήσυχη από την αστάθεια στη γειτονική χώρα, συνεδρίασε το Συμβούλιο Εθνικής Άμυνας, με τη συμμετοχή σύσσωμου του στρατιωτικού επιτελείου της χώρας. «Η Αίγυπτος θα καταβάλει κάθε προσπάθεια για να στηρίξει αδελφικά τη Λιβύη», δήλωσε ο Σίσι κατά τη συνεδρίαση. Το Συμβούλιο συζήτησε τις εξελίξεις στη Λιβύη «υπό το φως της προσπάθειας της Αιγύπτου να σταθεροποιήσει την τρέχουσα κατάσταση στο πεδίο των μαχών με το στόχο της ειρήνευσης μεταξύ όλων των πλευρών στη Λιβύη» και επισημάνθηκε ότι «το πεδίο της Λιβύης αποτελεί μία από τις σημαντικότερες προτεραιότητες της αιγυπτιακής εξωτερικής πολιτικής, με δεδομένο ότι η ασφάλεια της Λιβύης αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εθνικής ασφάλειας της Αιγύπτου αλλά και όλου του αραβικού κόσμου». Σημειωτέον ότι το αιγυπτιακό κοινοβούλιο έδωσε «πράσινο φως» στην κυβέρνηση Σίσι ακόμα και για στρατιωτική εισβολή στη Λιβύη.

Η κίνηση αυτή του Σίσι προκάλεσε την αντίδραση της Τουρκίας, με τον Ερντογάν να δηλώνει ότι «τα βήματα που έκανε η Αίγυπτος εδώ, ιδιαίτερα η υποστήριξη που παρέχει στον πραξικοπηματία Χάφταρ, δείχνουν πως βρίσκεται σε μια παράνομη διαδικασία», χαρακτήρισε «πειρατική» την προσέγγιση με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενώ απείλησε με κλιμάκωση των στρατιωτικών επιχειρήσεων με επίκεντρο την κατάληψη των λιβυκών στρατηγικών πόλεων Σύρτη και Τζούφρα.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στους «Financial Times» και στο τουρκικό δίκτυο «TRT Haber», o Τούρκος ΥΠΕΞ Τσαβούσογλου μίλησε ουσιαστικά εκ μέρους της λιβυκής κυβέρνησης του δοτού πρωθυπουργού Σάρατζ, που πρέπει, όπως είπε, να είναι η μόνη που θα αναγνωρίζεται διεθνώς. Απαίτησε την άμεση αποχώρηση των στρατευμάτων του «Λιβυκού Εθνικού Στρατού» (LNA) του στρατηγού Χάφταρ από τις πόλεις Τζούφρα και Σύρτη, επαναλαμβάνοντας ότι οι ξένες δυνάμεις που στηρίζουν τον στρατηγό υποστηρίζουν έναν «πραξικοπηματία». Απόρριψε τις πιέσεις για άμεση εκεχειρία, ξεκαθαρίζοντας πως δεν υπάρχει περίπτωση η κυβέρνηση Σάρατζ να συναινέσει σε παύση πυρός χωρίς υποχώρηση των δυνάμεων του στρατηγού Χάφταρ από τις πόλεις Τζούφρα και Σύρτη.

Το ίδιο διάστημα, η αμερικανική πρεσβεία στην Τρίπολη εξέφρασε «λύπη» για τις ξένες δυνάμεις που επιχειρούν κατά της λιβυκής οικονομίας, εμποδίζουν τις προσπάθειες για πολιτική λύση και αυξάνουν το ρίσκο της σύγκρουσης. Σε μία έμμεση πλην σαφή αναφορά σε «ξένες εταιρείες μισθοφόρων» που δρουν ενάντια στην κυβέρνηση του δοτού πρωθυπουργού Σάρατζ, όπως η ρωσική εταιρεία «Βάγκνερ», που δρα υπέρ του LNA, προειδοποίησε πως τέτοιες δυνάμεις «θα αντιμετωπίσουν την απομόνωση και κυρώσεις». Η ίδια ανακοίνωση καταλήγει με την υπενθύμιση πως οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να στηρίζουν όλους τους νόμιμους θεσμούς στη Λιβύη όπως την κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας του Σάρατζ και το εκλεγμένο λιβυκό Κοινοβούλιο που εδρεύει στο Τομπρούκ. Τέλος αναφέρεται πως «η πόρτα είναι ανοικτή για εκείνους που θα καταθέσουν τα όπλα, θα απορρίψουν την ξένη χειραγώγηση και θα συμμετάσχουν σε ειρηνευτικές συνομιλίες».

Ενδεικτική του κλίματος στην περιοχή είναι και η πληροφορία ότι υπήρξε μυστική συνάντηση αξιωματούχων των ΗΠΑ με τον Χάφταρ, όπου φέρεται να του έγινε η πρόταση να αποσύρει τις δυνάμεις του από όλες τις πετρελαϊκές περιοχές σε Σύρτη και Τζούφρα για να μην αντιμετωπίσει την επίθεση του στρατού του Σάρατζ. Ο εκπρόσωπος όμως του «Λιβυκού Εθνικού Στρατού» του Χάφταρ, στρατηγός Μεσμάρι, διέψευσε κατηγορηματικά μια τέτοια συνάντηση, δηλώνοντας ότι «οι δυνάμεις μας είναι τοποθετημένες και σταθερές στις θέσεις τους».
Εν τω μεταξύ κριτική στην κλιμάκωση της τουρκικής επέμβασης στη Λιβύη άσκησε ο γενικός γραμματέας του Αραβικού Συνδέσμου, Αχμεντ Αμπούλ Γάιτ, που κατήγγειλε και απέρριψε «τις παράνομες τουρκικές επεμβάσεις στις εσωτερικές υποθέσεις αραβικών χωρών και ιδιαίτερα στο Ιράκ, στη Συρία και τη Λιβύη», προειδοποιώντας πως απειλούν «εξ ολοκλήρου την αραβική εθνική ασφάλεια». Εξήρε τη Διακήρυξη που εξέδωσε στις 6 Ιούνη στο Κάιρο ο Σίσι, καλώντας τις αντιμαχόμενες πλευρές να προχωρήσουν άμεσα σε επανέναρξη του πολιτικού διαλόγου για εκεχειρία.

Στη Ρώμη, από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος του λιβυκού εκλεγμένου Κοινοβουλίου, Αγκίλα Σάλεχ, σε έναν ρόλο αναζήτησης φόρμουλας για διαπραγματεύσεις με την άλλη πλευρά, πραγματοποίησε συναντήσεις με την ιταλική κυβέρνηση, παρουσιάζοντας την πρότασή του για αντικατάσταση του Προεδρικού Συμβουλίου και του δοτού πρωθυπουργού Σάρατζ με άλλα πρόσωπα κοινής αποδοχής που θα μπορούν να διαπραγματευτούν την αποκλιμάκωση των συγκρούσεων, την εκεχειρία και μια πολιτική «μεταβατική» λύση.

Ταυτόχρονα η Ρωσία δεν έχει σταματήσει στιγμή να διαβουλεύεται με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και ιδιαίτερα με την Τουρκία, παράλληλα με την στρατιωτική της δράση στο πλευρό των δυνάμεων του Χαφτάρ, με σκοπό την εδραίωσή της στη Λιβύη την “επόμενη μέρα”. Σημάδι ότι ο «συντονισμός» μεταξύ Άγκυρας και Μόσ­χας ­ δεν έχει σταματήσει εντελώς αποτελεί η κοινή ανακοίνωση που εκδόθηκε μετά τη συνάντηση για τη Λιβύη που είχαν στην τουρκική πρωτεύουσα αντιπροσωπείες των δύο υπουργείων Εξωτερικών. Μόσχα και Άγκυρα αναφέρουν στην ανακοίνωση ότι συμφώνησαν να εξετάσουν «τη δημιουργία μιας Κοινής Ομάδας Εργασίας για τη Λιβύη» αλλά και «τη σύγκληση επόμενου γύρου διαβουλεύσεων για τη Λιβύη στη Μόσχα στο κοντινό μέλλον».

Αυτά βέβαια γίνονται στο διπλωματικό πεδίο. Όλα όμως δείχνουν ότι τα πράγματα θα κριθούν αναπόφευκτα στα πολεμικά πεδία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το λαό της Λιβύης και την ειρήνη στην εύφλεκτη πλέον περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, μετατρέποντας τη Λιβύη, δέκα χρόνια μετά τη Νατοϊκή στρατιωτική επέμβαση και την ανατροπή και δολοφονία του Καντάφι, όχι σε μια χώρα με δημοκρατία, όπως ισχυρίζονταν οι εισβολείς ιμπεριαλιστές, αλλά σε μια διαλυμένη και σπαρασσόμενη χώρα, άλλη μια Συρία, άλλο ένα Ιράκ.