Λίγο πριν φέρει το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο για ψήφιση στη Βουλή, ο υπουργός Εργασίας Κ. Χατζηδάκης με περισσή ειρωνεία και προκλητικότητα, αλλά κυρίως με ξεκάθαρη πολιτική στόχευση, δήλωσε ότι «ακούω γελώντας αυτά που λένε για κατάργηση 8ωρου. Δεν αμφιβάλλω ότι ακόμα και όταν παρουσιαστεί το νομοσχέδιο θα υπάρχουν κάποιοι κολλημένοι που θα το λένε αυτό».

Η ειρωνεία του, ωστόσο, δεν μαρτυρά παρά την κυβερνητική πρόθεση να κρύψει το τι επιχειρεί να κάνει η κυβέρνηση, ενώ η προκλητικότητά του υπογραμμίζει το κυβερνητικό νεοφιλελεύθερο μένος να πλήξει βαρύτερα το κανονικό εργατικό ωράριο και την πληρωμή του.

Η πραγματικότητα είναι ότι εδώ και δεκαετίες γίνεται συστηματική προσπάθεια να σπάσει η 8ωρη εργασία και η πληρωμή της υπερωριακής εργασίας. Η σχετική κυβερνητική νομοθετική προσπάθεια ξεκινά πριν τρεις δεκαετίες περίπου και η τελευταία ήταν το 2011, όταν με μνημονιακό νομοθέτημα επιβλήθηκε η διάταξη ο εργοδότης να απασχολεί τον εργαζόμενο για μία χρονική περίοδο (περίοδος αυξημένης απασχόλησης) περισσότερες ώρες (έως 10 ώρες ημερησίως) και σε άλλη χρονική περίοδο (περίοδος μειωμένης απασχόλησης) ο εργαζόμενος να εργάζεται λιγότερες ώρες αντίστοιχα ή να του χορηγείται ανάλογη ημερήσια ανάπαυση (ρεπό) ή συνδυασμός μειωμένων ωρών εργασίας και ημερών ανάπαυσης. Η αμοιβή κατά τις δύο αυτές περιόδους παραμένει η ίδια, ανεξάρτητα αν κατά την αυξημένη περίοδο εργάζεται περισσότερες ώρες ή κατά τη μειωμένη περίοδο αντίστοιχα εργάζεται λιγότερες ώρες, ενώ δεν καταβάλλονται προσαυξήσεις. Η διάταξη αυτή για να λειάνει τις αντιδράσεις των εργαζομένων όριζε ότι για να πραγματοποιηθούν οι αλλαγές ωραρίου θα έπρεπε να υπάρξει συμφωνία εργοδότη και σωματείου ή συμβουλίου εργαζομένων.

Σήμερα με το νέο νομοσχέδιο Βρούτση – Χατζηδάκη γίνεται μια ακόμα μεταβολή προς το χειρότερο. Αφαιρείται η προϋπόθεση συμφωνίας εργοδότη – σωματείου και η εφαρμογή προωθείται μέσα απο το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ) που θα λειτουργεί στο υπουργείο Εργασίας στο οποίο θα μπορούν θεωρητικά να προσφύγουν είτε η μία είτε η άλλη πλευρά. Στο ΑΣΕ θα γίνεται η αίτηση για το ευέλικτο 8ωρο. Το οποίο θα εξετάζει εάν είναι τεκμηριωμένες ή όχι οι προϋποθέσεις που θέτει κάθε φορά μια επιχείρηση και θα εγκρίνει ή θα απορρίπτει την αίτηση. Και είναι προφανές, από τη μέχρι σήμερα πρακτική των κυβερνήσεων και του κράτους πως οι αποφάσεις τους κατά κανόνα εγκρίνουν αυτό που θέλουν οι εργοδότες και όχι οι εργαζόμενοι.

Στην πραγματικότητα με αυτήν την αλλαγή η εργοδοσία αποκτά το «ελευθερο» να ρυθμίζει το ωράριο των εργαζομένων, όπως αυτή θέλει.

Σύμφωνα με τα όσα έχουν δημοσιευτεί για το νομοσχέδιο, μία επιχείρηση μπορεί να ζητήσει και να λαμβάνει έγκριση από το ΑΣΕ, δηλαδή το Υπουργείο, ώστε οι εργαζόμενοί της να απασχολούνται για ένα χρονικό διάστημα έως και 10 ώρες ημερησίως και σε άλλη χρονική περίοδο θα εργάζονται λιγότερες ώρες, ή θα τους χορηγείται ανάλογη ημερήσια ανάπαυση, ή συνδυασμός μειωμένων ωρών εργασίας και ημερών ανάπαυσης. Εννοείται ότι η υπέρβαση του 8ωρου, δηλαδή οι δύο επιπλέον ώρες εργασίας, δεν θα αμείβονται καθόλου. Καταργείται δηλαδή η προσαύξηση στο ωρομίσθιο που ισχύει σήμερα (20% για την ένατη ώρα και 40% από τη δέκατη και μετά), αφού θα «συμψηφίζονται» με ημέρες ανάπαυσης σε επόμενο διάστημα.

Η νέα αυτή διαταξη θα έχει συγκεκριμένες πολλαπλές συνέπειες στη ζωή των εργαζόμενων:

Πρώτον, ο εργαζόμενος για μεγάλο χρονικό διάστημα θα δουλεύει υπερωρίες και θα εξουθενώνεται χωρίς να πληρώνεται γι’ αυτό, αλλά και χωρίς να μπορεί να αναπληρώσει τη φθορά από την υπερκόπωση που υφίσταται μέσα στο κανονικό χρονικό διάστημα που απαιτεί η διατήρηση της υγείας του.

Δεύτερο, ο εργοδότης θα έχει ευρείες επιλογές, π.χ. συνδυασμό μειωμένων ωρών εργασίας και ρεπό, ενώ η χορήγηση του ρεπό δεν θα είναι εκ των προτέρων γνωστή. Κάτι που ανατρέπει πλήρως τον ατομικό και οικογενειακό προγραμματισμό του εργαζόμενου. Αλλά κυρίως βάλλει την σωματική και ψυχική του υγεία από την υπερένταση της εργασίας.

Το ποιος θα είναι ο αριθμός των ωρών του ανώτατου ορίου νόμιμης υπερωριακής εργασίας και ποια χρονική περίοδο (πόσους μήνες), μένει να αποσαφηνισθεί από το νομοσχέδιο. Ωστόσο είναι γνωστό ότι υπάρχουν νεοφιλελεύθερες προτάσεις που ζητούν 200 ώρες ανώτατο όριο νόμιμης υπερωριακής εργασία για μια περίοδο 4 μηνών, δηλαδή ένας μέσος όρος 12 ώρες εβδομαδιαίως!

Τέλος, η έλλειψη οποιουδήποτε ουσιαστικού ελέγχου των παρανομούντων εργοδοτών, αφού το ΣΕΠΕ βρίσκεται εδώ και πολύ καιρό σε υπολειτουργία και υποστελεχωμένο για να ασκήσει τον οποιοδήποτε έλεγχο και πρακτικά χωρίς αρμοδιότητες, καθιστά σχεδόν βέβαιο το ότι και η όποια πρόβλεψη για συμψηφισμό των υπερωριών, που έχει ήδη πραγματοποιήσει ο εργαζόμενος με μειωμένο ωράριο και ρεπό για ίσο χρονικό διάστημα, θα είναι «ευχολόγιο» και όχι υποχρέωση υπό την απειλή πραγματικών κυρώσεων.

Η αλλαγή αυτή στο εργατικό ωράριο μαζί με μια σειρά άλλων, όπως και η μονομερής επιβολή εκ περιτροπής εργασίας, θα αποτελέσουν ένα ακόμα βαρύ πλήγμα στους όρους εργασίας των εργαζομένων που θα κάνει ακόμα πιο εξουθενωτική την εκμετάλλευσή τους από την εργοδοσία.