Απεχθέστεροι των τσιφλικάδων οι επιστάτες. Απεχθέστερες των αφεντικών, των «επενδυτών», των δυναστών, οι πληρωμένες δημοσιογραφικές ύαινες. Δε σταματούν την υπαγορευμένη δουλειά τους, ούτε μπροστά στο Θάνατο. Τα δύο δυστυχήματα στα Τέμπη με τα πούλμαν, που έγιναν παλιότερα, έγιναν «και δόθηκε η ευκαιρία να φτιαχτεί ένας δρόμος που είναι σύγχρονος, ελπίζω τώρα με αυτό το ατύχημα να φτιάξουμε και ένα σιδηρόδρομο που να λειτουργεί καλά». Αφού «έκλαψε», «συγκλονίστηκε», «συλλυπήθηκε», ο Παύλος Τσίμας …πρόσφερε τη σκέψη του στο συγκλονισμένο πανελλήνιο. Και τις υπηρεσίες του στους μακελάρηδες των Τεμπών. Και όχι, δεν πρόσφερε τα δικά του παιδιά. Αγριότητα; Αναλγησία; Ύβρις για τους γονιούς που παραλαμβάνουν τμήματα του σώματος του παιδιού τους, ακόμα και πολύ μικρά. Που δεν έχουν τίποτε να αγκαλιάσουν, ακόμα και νεκρό. Τόσο κόπο κάνανε για να μας πείσουν πως «φτιάξανε» μια σύγχρονη χώρα, που δε χρειάζεται να χτίσουνε τη γυναίκα του πρωτομάστορα στο Γεφύρι της Άρτας, για να στεριώσει. Πόσα κενοτάφια θα πρέπει να στηθούν, ανθρώπων που κατά τον ίδιο «ο θάνατός τους δεν πήγε εντελώς χαμένος», για να ταϊστεί το απύλωτο στόμα του καπιταλισμού;

Βουλώστε το επιτέλους!

Δεν δούλευαν τα φανάρια και το ήξεραν. Μείωσαν το προσωπικό στους σιδηροδρόμους, για να βγάζουν οι μακελάρηδες πενταροδεκάρες από τους μισθούς. Πληρώθηκαν εκατομμύρια από τον ιδρώτα όλων των γονιών και των παιδιών τους για τεχνολογικά συστήματα σύγχρονα, που μπήκαν στις αποθήκες. Και ρίξανε τα τραίνα στις γραμμές του Άδη. Χωρίς προσωπικό, ούτε φρυκτωρίες δεν μπορούσαν να στήσουν. 3.500 χρόνια πίσω, στον Τρωικό Πόλεμο, δε λυπόντουσαν το προσωπικό και η είδηση για την πτώση της Τροίας, έφτασε από το «πεδίο», δηλαδή την σημερινή Τουρκία, στις Μυκήνες, μέσα σε μια νύχτα. Με τους πυρσούς των φρυκτωρών, από πύργο σε πύργο, φρυκτωρίας.

Για τούτο εδώ το έγκλημα να οργιστούμε, να ξεσηκωθούμε. Για να μην πάνε εντελώς χαμένες οι ζωές μας.

Τάνια