Έξι μήνες μετά την πρώτη καραντίνα και τις εξαγγελίες για «ενίσχυση του συστήματος Υγείας» εν όψει του δεύτερου κύματος κορονοϊού, κυβέρνηση και υπουργείο Υγείας τρέχουν και πάλι την τελευταία στιγμή με «μπαλώματα» να… συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα, ενώ στη χώρα καταγράφονται καθημερινά χιλιάδες κρούσματα και δεκάδες θάνατοι και διασωληνωμένοι, ενώ τα νοσοκομεία κυριολεκτικά «φρακάρουν».

Στη συνέντευξη της περασμένης Τρίτης, ο Κικίλιας ακολούθησε τη γραμμή «όλα πάνε καλά», ισχυρίστηκε και πάλι ότι το ΕΣΥ «είναι ενισχυμένο» και ότι κυβέρνηση και υπουργείο Υγείας κάνουν «ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό» και «αναγκαίο»(!), παρουσιάζοντας την αντιλαϊκή πολιτική που βάζει σε κίνδυνο την υγεία του λαού ως μονόδρομο!

Δε δίστασε μάλιστα να επιρρίψει και πάλι ευθύνες για τη ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων στον απλό κόσμο που στοιβάζεται στα μέσα μεταφοράς και που αναγκάζεται να δουλεύει με ελάχιστα μέσα προστασίας σε χώρους δουλειάς.

Λίγες μέρες πριν, με τροπολογία που ψηφίστηκε στη Βουλή στις 5 Νοεμβρίου, προβλέπεται η πρόσληψη με κατεπείγουσες διαδικασίες 300 μόνιμων γιατρών στις ΜΕΘ των δημόσιων νοσοκομείων. Οι 100, αρχικά με τρίμηνες συμβάσεις, μέχρι την ολοκλήρωση της κρίσης τους για μόνιμη θέση.

Οι προσλήψεις έρχονται κυριολεκτικά στο «παρά πέντε» της «κατάρρευσης» του ΕΣΥ κάτω από την ασφυκτική πίεση της εκρηκτικής κατάστασης που έχει διαμορφωθεί, με αποκλειστική ευθύνη της δεξιάς κυβέρνησης Μητσοτάκη, κόντρα στις μεγαλόστομες εξαγγελίες του προηγούμενου διαστήματος για δήθεν «θωρακισμένο και πανέτοιμο δημόσιο σύστημα Υγείας». Και είναι «σταγόνα στον ωκεανό» των αναγκών του ΕΣΥ.

Ολοφάνερα τόσους μήνες ούτε οι αναγκαίες προσλήψεις υγειονομικών έγιναν, ούτε το σύνολο των κλινών ΜΕΘ λειτουργεί κανονικά, παρά τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης.

Σύμφωνα με την ΟΕΝΓΕ, η συντριπτική πλειοψηφία των 300 γιατρών που προσλαμβάνονται «δεν προστίθενται στο υπάρχον ιατρικό προσωπικό γιατί εργάζονται ήδη στο δημόσιο σύστημα υγείας (επικουρικοί, εξειδικευόμενοι επιμελητές στην Εντατικολογία). Άρα δεν πρόκειται για ουσιαστική ενίσχυση αλλά ανακύκλωση του ήδη υπάρχοντος προσωπικού με αποτέλεσμα να αποδυναμώνονται τα τμήματα, οι κλινικές στα νοσοκομεία που ήδη υπηρετούν».

Όπως,μάλιστα, τονίζει η Ομοσπονδία των Νοσοκομειακών Γιατρών για την κατάσταση που διαμορφώνεται, «είναι χαρακτηριστικό ότι η ΜΕΘ του Λαϊκού Νοσοκομείου θα αποψιλωθεί γιατί θα φύγουν, αν αποδεχτούν την πρόσληψή τους, 4 γιατροί (2 επικουρικοί εντατικολόγοι και δύο εξειδικευόμενοι επιμελητές)».

Ακόμα, η ΟΕΝΓΕ καταγγέλλει ότι «στην ίδια τροπολογία προβλέπεται ότι γιατροί, ακόμη και ειδικευόμενοι, νοσηλευτές, προσωπικό φύλαξης, σίτισης, καθαριότητας, προσωπικό του ΕΚΑΒ και όσοι υπηρετούν με σχέσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου στο δημόσιο σύστημα Υγείας, μπαίνουν σε καθεστώς υποχρεωτικής μετακίνησης μέχρι και 6 μήνες προκειμένου να μπαλώσουν τα κενά στις «ισχυρά πληττόμενες περιοχές», ενώ ενδεχόμενη άρνηση, θα θεωρείται πειθαρχικό παράπτωμα που θα επισύρει αυστηρές ποινές»!

Η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση Μητσοτάκη αρνείται πεισματικά να προχωρήσει σε μαζικές προσλήψεις γιατρών, νοσηλευτών και λοιπού προσωπικού στα δημόσια νοσοκομεία και με «μπαλώματα» και επικοινωνιακά κόλπα δε διστάζει να εξαπατήσει το λαό και τους εργαζόμενους στο ΕΣΥ, βάζοντας ξανά σε κίνδυνο την υγεία τους.

«Δώρα» στους κλινικάρχες
Στα «αζήτητα» οι ανασφάλιστοι

Ταυτόχρονα η κυβέρνηση της ΝΔ δεν παραλείπει τα… «δώρα» στις ιδιωτικές κλινικές. Έτσι, ο Β. Κικίλιας δήλωσε κατά την κατάθεση της τροπολογίας ότι «επεκτείνεται η δυνατότητα αναγκαστικής διάθεσης ιδιωτικών κλινικών και θεραπευτηρίων έναντι αμοιβής».

Επιχορηγήσεις και «ζεστό» κρατικό χρήμα συνεχίζουν να τρέχουν στις τσέπες των επιχειρηματιών της Υγείας, την ώρα που στα νοσοκομεία το προσωπικό πασχίζει να βγάλει μια απλή βάρδια με πενιχρά μέσα, ακόμα και με γάντια για… βαφές μαλλιών!

Όπως αναφέρεται στην τροπολογία, «με Κοινή Απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Υγείας ορίζονται ο τρόπος αποζημίωσης των αναγκαστικά διατιθέμενων προς χρήση για τη δημόσια υγεία εγκαταστάσεων, κλινών, δεσμευόμενων ιδιωτικών θεραπευτηρίων και νοσοκομείων, δομών, παρόχων υπηρεσιών Υγείας, τυχόν κίνητρα και ωφελήματα»…

Επιπλέον, προβλέπεται ότι οι ιδιώτες γιατροί θα εντάσσονται στο δημόσιο σύστημα Υγείας σε «προαιρετική βάση», κάτι που σημαίνει ότι ακόμα και σήμερα η κυβέρνηση δεν εφαρμόζει ενιαίο κρατικό σχέδιο με αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων για την αντιμετώπιση του κορονοϊού.

Η ΟΕΝΓΕ από την πλευρά της ζητά «άνευ όρων επίταξη του ιδιωτικού τομέα», προκειμένου η κυβέρνηση να δώσει «τα χρήματα για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας με μόνιμο προσωπικό, μέσα, εξοπλισμό, υποδομές και την αξιοποίηση υπαρχόντων νοσοκομειακών κτηριακών δομών του δημοσίου» και όχι «στα τρωκτικά των ομίλων της Υγείας».

Το πώς στέκονται οι ιδιωτικές επιχειρήσεις υγείας απέναντι στην πανδημία φάνηκε και από το έγγραφο που έστειλε την περασμένη Τρίτη στις διοικήσεις των νοσοκομείων το ΕΚΑΒ Θεσσαλονίκης, με το οποίο ενημέρωνε ότι δεν πραγματοποιεί διακομιδές ασθενών που δεν είναι ασφαλισμένοι στον ΕΟΠΠΥ γιατί, προφανώς, οι ιδιωτικές κλινικές δεν τους δέχονται.

Μετά τη σφοδρή κατακραυγή που προκλήθηκε, το υπουργείο Υγείας ενημέρωσε ότι θα αναλάβει το κόστος αποζημίωσης των ιδιωτικών δομών υγείας.

Όλα αυτά γίνονται σε μια περίοδο που στην πόλη τα δημόσια νοσοκομεία αδειάζουν από ασθενείς άλλων νοσημάτων, προκειμένου κλινικές να μετατραπούν σε κλινικές κορονοϊού.

Ουσιαστικά, κυβέρνηση και κλινικάρχες, στη συμφωνία τους, αδιαφόρησαν για τους χιλιάδες ανασφάλιστους, μέσα στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι μακροχρόνια άνεργοι και οι πάμφτωχοι.

Προκλητικοί όροι
στις συμβάσεις ιδιωτών γιατρών
με τα δημόσια νοσοκομεία

Παράλληλα, την Τρίτη 10 Νοεμβρίου έγινε γνωστό, έπειτα από τηλεδιάσκεψη του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, των Προέδρων των Ιατρικών Συλλόγων και του Βασίλη Κικίλια, ότι οι νέες συμβάσεις ιδιωτών γιατρών με τα δημόσια νοσοκομεία προβλέπουν ψηλές αμοιβές και ευνοϊκούς όρους.

Έτσι, δίνεται αμοιβή 2000 ευρώ το μήνα -ακατάσχετη και αφορολόγητη- δυνατότητα εφημεριών με αμοιβή, σύμβαση για 6 + 6 μήνες -έως τώρα ίσχυε το 2+2- καθώς και δικαίωμα άσκησης τηλεσυμβουλευτικής και επισκέψεων κατ’ οίκον με αμοιβή 30 ευρώ από τον ΕΟΠΥΥ -ενώ έως τώρα ίσχυε αμοιβή 10 ευρώ.

Μάλιστα, οι ιδιώτες γιατροί δεν υποχρεώνονται να διακόψουν τη λειτουργία του ιατρείου τους.

Η κυβέρνηση κάνει ουσιαστικά ένα ακόμα βήμα προς την ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση της Δημόσιας Υγείας, δίνοντας περισσότερο χώρο στους ιδιώτες, αποφεύγοντας τις μόνιμες προσλήψεις και φέρνοντας τα «μπλοκάκια» στα νοσοκομεία σε ευρεία κλίμακα.