Η ενεργή επιλογή των ΗΠΑ να κλιμακώσουν τη γεωπολιτική κόντρα με το Ιράν, σε μία προσπάθεια να ανατρέψουν τους συσχετισμούς στην ευρύτερη περιοχή του Περσικού Κόλπου σε βάρος των ανταγωνιστών τους (Ιράν, Ρωσία, Κίνα) και συμμάχων τους (Γαλλία, Γερμανία, Ιαπωνία κ.ά.), τροφοδοτεί διαρκώς τις εντάσεις στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και πολλαπλασιάζει τις «σπίθες» σε μία περιοχή που ολοένα και περισσότερο θυμίζει μπαρουταποθήκη.

Ταυτόχρονα, ανεβάζουν επικίνδυνα το θερμόμετρο της έντασης οι πρόσφατες προκλητικές επιθέσεις του Ισραήλ, που πραγματοποιήθηκαν με τη στήριξη των ΗΠΑ, σε Λίβανο, Συρία, Ιράκ, Λωρίδα της Γάζας και σε βάρος οργανώσεων που συνεργάζονται με το Ιράν (λιβανέζικη σιιτική οργάνωση «Χεζμπολάχ», ιρακινή σιιτική πολιτοφυλακή «Λαϊκές Δυνάμεις Κινητοποίησης» κ.ά.). Οι επιθέσεις προκάλεσαν εύλογες αντιδράσεις σε Λίβανο, Ιράκ, Ιράν, όπως και η αλαζονική στάση του Ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου, που ζήτησε την υποστήριξη άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, πέραν των ΗΠΑ, με τον ισχυρισμό ότι οι επιθέσεις που εξαπολύουν, προληπτικά και μη, γίνονται τάχα «για την ασφάλεια του Ισραήλ» Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικ Πενς έσπευσε να διαβεβαιώσει για την αμέριστη υποστήριξη των ΗΠΑ, λέγοντας πως «υποστηρίζουν απόλυτα το δικαίωμα του Ισραήλ να αμύνεται έναντι άμεσων απειλών».

Ο Λιβανέζος Πρόεδρος Μισέλ Αούν, χαρακτήρισε «κήρυξη πολέμου που χρήζει αντιποίνων» τις επιθέσεις δύο ισραηλινών τηλεκατευθυνόμενων αεροσκαφών, εκ των οποίων το ένα συνετρίβη και το δεύτερο, που μετέφερε εκρηκτικά, εξερράγη πάνω από κτίριο της «Χεζμπολάχ» στη Βηρυτό. Σαν να μην έφτανε η επίθεση αυτή, οι Ισραηλινοί πραγματοποίησαν επιδρομή σε θέση της παλαιστινιακής οργάνωσης «Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης» στην κοιλάδα Μπεκάα κοντά στα σύνορα Λιβάνου – Συρίας.

Οι ισραηλινές επιθέσεις προκάλεσαν και την αντίδραση της Τεχεράνης, που διεμήνυσε, πως το Ισραήλ θα πληρώσει «υψηλό τίμημα» για τις επιθέσεις σε βάρος του Ιράν.

Στο Ιράκ, ο συνασπισμός κομμάτων «Φατάχ» αναγόρευσε τις ΗΠΑ σε «πλήρως υπεύθυνες» για τις τουλάχιστον τέσσερις επιθέσεις που έχουν πραγματοποιήσει, από τα μέσα Ιούλη, ισραηλινά τηλεκατευθυνόμενα αεροσκάφη σε στρατιωτικές βάσεις και αποθήκες όπλων έξω από τη Βαγδάτη, απαιτώντας την αποχώρηση των περίπου 5.000 Αμερικανών στρατιωτικών από το ιρακινό έδαφος.

Δεν αποκλείεται η κλιμάκωση των προκλητικών επιθέσεων του Ισραήλ σε Συρία, Λίβανο και Ιράκ να επιδιώκει την εξουδετέρωση προσπαθειών που φαίνεται πως καταβάλλονται για αποκλιμάκωση της έντασης στον Περσικό Κόλπο και τα Στενά του Ορμούζ. Ενδεχομένως να μην είναι τυχαία η χρονική συγκυρία, μιας που οι προκλητικές επιθέσεις του Ισραήλ συνέπεσαν με τη Σύνοδο Κορυφής του G7 στην Μπιαρίτζ της Γαλλίας.

Η επιδίωξη του Γάλλου Προέδρου, Μακρόν, να πετύχει την προετοιμασία μίας «επαναπροσέγγισης» ΗΠΑ – Ιράν ήταν κάτι παραπάνω από έντονη. Μολονότι δεν οδήγησε σε χειροπιαστά αποτελέσματα συνέβαλε στην καλλιέργεια εντυπώσεων πως, «κάτι έχει αρχίσει να γίνεται». Σε αυτό συνετέλεσε η ξαφνική εμφάνιση του Ιρανού υπουργού Εξωτερικών στην Μπιαρίτζ και η συνάντησή του με τον Μακρόν και άλλους Γάλλους, Βρετανούς και Γερμανούς αξιωματούχους. Από την άλλη, δημιούργησαν εντυπώσεις και οι δηλώσεις του Τραμπ, πως είναι πρόθυμος για συνάντηση με τον Ιρανό ομόλογό του «υπό τις σωστές συνθήκες». Δεν παρέλειψε από την άλλη να δείξει πως η πολιτική υπέρτατης πίεσης έναντι της Τεχεράνης αποδίδει.

Η όξυνση των πολύπλευρων ενδοϊμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων με τη στάση των ΗΠΑ, δημιουργεί ταυτόχρονα τις συνθήκες αξιοποίησης της πίεσης σε βάρος του Ιράν από άλλες ισχυρές χώρες (Βρετανία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Κίνα, Ιαπωνία κ.ά.), που έχασαν σημαντικά κέρδη από τις χρυσοφόρες συμφωνίες για μπίζνες με το Ιράν. Το οικονομικό και διπλωματικό «στρίμωγμα» του Ιράν, που χαρακτηρίζεται συχνά από την ηγεσία του «οικονομική τρομοκρατία», ενισχύει ενδεχομένως τις προσπάθειες ανταγωνιστών και συμμάχων των ΗΠΑ να περιχαρακώσουν μακροπρόθεσμα την «άμυνά» τους σε βάρος της Ουάσιγκτον. Παράδειγμα αποτελεί εδώ το υβριδικό χρηματοπιστωτικό «εργαλείο» INSTEX της ΕΕ, που επιδιώκει την αποφυγή των αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων στο Ιράν, μολονότι προς το παρόν έχει αναιμικά αποτελέσματα και περιορίζεται στις εξαγωγές τροφίμων, αγροτικών προϊόντων, φαρμάκων και λιγοστών βιομηχανικών προϊόντων, αφήνοντας απ’ έξω το μεγαλύτερο εξαγωγικό προϊόν της χώρας, το πετρέλαιο.

Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις με φόντο την τεταμένη κατάσταση στον Περσικό Κόλπο, αντανακλάστηκαν στις πρόσφατες επαφές Πούτιν και Μέρκελ. Βάζοντας εμμέσως πλην σαφώς, απέναντί τους τις ΗΠΑ, επιβεβαίωσαν, σύμφωνα με ανακοίνωση του Κρεμλίνου, την επιθυμία τους για «ενίσχυση των προσπαθειών διατήρησης της διεθνούς συμφωνίας του 2015» για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.

Παράλληλα, η Φεντερίκα Μογκερίνι, επικεφαλής της ΕΕ για την Κοινή Πολιτική και Ασφάλεια, επιβεβαίωσε και αυτή την υποστήριξή της στη διεθνή συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, τονίζοντας ότι οι Βρυξέλλες θα υποστηρίξουν πιθανές συνομιλίες μεταξύ ΗΠΑ – Ιράν μόνο εφόσον διατηρηθεί η διεθνής συμφωνία του 2015.

Συνεχίζεται επίσης η έντονη διπλωματική κινητικότητα που αναπτύσσει ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ, επιδιώκοντας αποκλιμάκωση της έντασης. Συναντήθηκε με τον Ρώσο ΥΠΕΞ, Σεργκέι Λαβρόφ, χαιρετίζοντας τη ρωσική πρόταση για την υπογραφή ενός συμφώνου μη επίθεσης ανάμεσα στο Ιράν και τις γειτονικές χώρες στον Περσικό. Ο Λαβρόφ τόνισε πως η Μόσχα «παρακολουθεί στενά» τις εξελίξεις στη διεθνή συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα και χαιρετίζει «μέτρα για την άρση του αδιεξόδου».

Ο Ζαρίφ τόνισε πως παρουσιάζει «πολλές ομοιότητες με τη δική μας άποψη» η θέση της Ρωσίας για την ασφάλεια στον Περσικό Κόλπο. Αναφερόμενος στις προσπάθειες των ΗΠΑ να δημιουργήσουν μία «ναυτική δύναμη» στον Περσικό με πρόσχημα την εξασφάλιση της ναυσιπλοΐας, είπε πως πρόκειται για «επιθετικές ενέργειες».

Προειδοποίησε δε ότι οι χώρες που εντάσσονται σε αυτόν τον «επιθετικό συνασπισμό», όπως η Βρετανία, το Μπαχρέιν, η Αυστραλία, «θα πάρουν ένα εχθρικό μονοπάτι έναντι του Ιράν».

Ο Ιρανός Πρόεδρος Ροχανί απέρριψε το ενδεχόμενο άμεσων συνομιλιών με τις ΗΠΑ, θέτοντας ως όρο την επιστροφή τους στη διεθνή συμφωνία του 2015, την οποία και εγκατέλειψαν μονομερώς πέρσι το Μάη. «Καμία απόφαση δεν έχει ληφθεί ποτέ για να έχουμε συνομιλίες με τις ΗΠΑ και έχουν υπάρξει αρκετές προσφορές για συνομιλίες, αλλά η απάντησή μας θα είναι πάντα αρνητική», είπε χαρακτηριστικά ο Ροχανί.

Παράλληλα, οι ΗΠΑ εντείνουν τις πιέσεις σε συμμάχους και εταίρους για συνδρομή στη λεγόμενη «ναυτική δύναμη» της επιχείρησης «Sentinel», με πρόσχημα την «ασφάλεια της διεθνούς ναυσιπλοΐας» στην περιοχή του Περσικού Κόλπου. Ωστόσο, οι πιέσεις δεν έχουν πάντα θετικό αποτέλεσμα, παρά τις θετικές απαντήσεις που έχουν δώσει έως τώρα μόνο η Αυστραλία, το Μπανγκλαντές και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Την ίδια στιγμή οι ΗΠΑ εντάσουν τη χώρα μας στους επιθετικούς σχεδιασμούς τους στην Μέση Ανατολή και ειδικότερα ενάντια στο Ιράν, ενσωματώνοντας επιχειρησιακά τις βάσεις τους στα πολεμικά τους σχέδια. Με φόντο την λεγόμενη “στρατηγική συνεργασία”, η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσφέρει “γη και ύδωρ” στις ΗΠΑ, ευελπιστώντας – μάταια όπως φαίνεται – να πλασαριστεί από θέση ισχύος απέναντι βασικά στην Τουρκία. Αυτό είναι ένα τυχοδιωκτικό και επικίνδυνο “παιχνίδι με τη φωτιά’, στο οποίο οι λαοί της περιοχής πρέπει να αντιταχθούν.